Ὁ Ναὸς ἤτανε ἕνας τότε κι ἤτανε στὰ Ἱεροσόλυμα. Καὶ ὅπως ἦταν ἡ προσευχή, τὴν ἀφιέρωσαν στὸν Θεὸ καὶ τὴν παρέδωσαν στοὺς ἱερεῖς καὶ στὸν ἀρχιερέα Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος ἤτανε ὁ πατέρας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ὁ ὁποῖος Ζαχαρίας τὴν πῆρε καὶ τὴν ἔβαλε στὸ ἐσωτερικὸ μέρος τοῦ ναοῦ, ὅπως ἐμεῖς λέμε «στὸ ἱερό», στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, σ’ ἕνα μέρος ποὺ δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ μπῆ ἄνθρωπος, μόνο μία φορὰ τὸ ἔτος ἔμπαινε ὁ Ἀρχιερέας.
Κι ἐκεῖ μέσα ἔμεινε ἡ Παναγία δώδεκα χρόνια. Φανταστεῖτε τώρα δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια νὰ μείνη μέσα στὸ ἱερό. Καὶ πῶς τρεφότανε; Τρεφότανε μὲ τροφὴ διαφορετική, ὅπως ὁ Μωϋσῆς ποὺ ἤτανε σαράντα μέρες καὶ σαράντα νύχτες πάνω στὸ ὄρος Σινᾶ, δὲν πεινοῦσε, τρεφόταν μὲ μιὰ τροφὴ διαφορετικὴ ὁ Μωϋσῆς. Ἔτσι λοιπὸν καὶ ἡ Παναγία τρεφότανε μὲ μιὰ τροφὴ οὐράνια ποὺ τὴν ἔφερνε ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ. Καὶ περίμενε ἐκεῖ μέχρι νὰ ἔρθη ἡ ὥρα νὰ γίνη ὁ Εὐαγγελισμός. Καὶ ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων, παρεδόθηκε στὸν μνήστορα Ἰωσήφ. Καὶ λέει μιὰ παράδοσι ὅτι, ἀφοῦ ἔγινε μνηστεία μὲ τὸν μνήστορα Ἰωσήφ, περάσαν τέσσερεις μῆνες καὶ ἦλθε ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ καὶ εὐαγγελίσθηκε τὸ μεγάλο γεγονὸς ὅτι θὰ γίνη μητέρα τοῦ Θεοῦ ποὺ θὰ ἐνσαρκωθῆ.
Λοιπόν, δώδεκα χρόνια ἔμεινε μέσα στὸν Ναὸ ἡ Παναγία καὶ τὴν ἡμέρα ποὺ μπῆκε μέσα στὸν Ναὸ λέμε ὅτι ἔκανε τὴν εἴσοδο, ἔκανε τὰ εἰσόδια. Καὶ τὰ δώδεκα χρόνια ποὺ ἤτανε μέσα στὸ ἱερὸ τί ἔκανε; Ὅλο προσευχότανε. Καὶ λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πολλὰ καὶ διάφορα γιὰ τὶς προσευχὲς ποὺ ἔκανε ἡ Παναγία δώδεκα χρόνια μέσα στὸ ἱερό.
Ὅταν ἦταν οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ εἴπανε «Ἐμεῖς πὼς νὰ προσευχώμαστε; Τί νὰ λέμε;» καὶ τοὺς εἶπε «νὰ λέτε τὸ Πάτερ ἡμῶν». Στὴν ἀρχή, ὅταν λέμε «Πάτερ ἡμῶν», λέμε ὅτι ἔχουμε τὸν Θεὸ πατέρα καὶ εἴμαστε μεταξύ μας ἀδέλφια. Καὶ πρέπει νὰ ἔχουμε ἀγάπη μεταξύ μας. «ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου». Νὰ ζοῦμε ζωὴ χριστιανική, ὥστε νὰ ἁγιάζεται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου, γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς». Στὸν οὐρανὸ ὑπάρχουν δισεκατομμύρια ἄγγελοι καὶ ὅ,τι τοὺς λέει ὀ οὐράνιος Πατέρας τὸ ἐκτελοῦν. Ἔτσι κι ἐμεῖς, λέει, ποὔμαστε ἐδῶ κάτω νὰ συμμορφωνώμαστε μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἀφοῦ λοιπὸν ἀσχολεῖται μὲ τὸ τί πρέπει νά κάνουμε ὥστε νὰ εἴμαστε σύμφωνοι μὲ τὸν Θεό, μετὰ ἔρχεται καὶ στὶς καθημερινὲς ἀνάγκες. Γιὰ νὰ ζήση λοιπὸν ἕνας ἄνθρωπος, χρειάζεται τὴν τροφή του. Καὶ παρακαλοῦμε λοιπὸν τὸν Θεὸ καὶ τοῦ λέμε νὰ μᾶς δώση τὸ ψωμὶ τὸ σημερινό, «τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον». Προσέχτε, δὲν λέει «δῶσε μου ψωμὶ γιὰ ἕνα μῆνα οὔτε γιὰ ἕνα χρόνο». Λέει «δῶσε μου ψωμὶ γιὰ σήμερα, τὸν ἐπιούσιον». Γιατί λέει γιὰ σήμερα; Αὐτὸ θέλει νὰ δείξη ὅτι πρέπει νὰ ἔχουμε πίστι στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μὴν ἀγωνιοῦμε τί θὰ γίνη αὔριο καὶ πάθουμε ἄγχος καὶ μετὰ ἀρρωστήσουμε. Μόνο λέει γιὰ σήμερα δῶσε μου ψωμί, ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς προνοεῖ καὶ ἀφοῦ ξημερώση ἡ καινούρια μέρα, πάλι θὰ εἶναι μαζί μας.
«δὸς ἡμῖν σήμερον καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν». Μετὰ λέει, πάει σ’ ἕνα ἄλλο θέμα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ἁμαρτάνη. Καὶ μπορεῖ νὰ ἁμαρτάνη ἀκόμη καὶ κάθε μέρα. Καὶ ὅταν ἕνας ζήση καὶ πολλὰ χρόνια, θἄχη πάρα πολλὲς ἁμαρτίες. Καὶ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς συγχωρήση τὶς ἁμαρτίες μας. Ἀλλ’ ἐπειδὴ καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἄνθρωποι κάνουν ἀδικίες σ’ ἐμᾶς καὶ μᾶς ἀδικοῦν καὶ μᾶς στενοχωροῦν καὶ μᾶς πικραίνουν καὶ μᾶς λένε καὶ λόγια ἄσχημα καμμιὰ φορὰ καὶ δὲν μᾶς φέρονται καλὰ καὶ μερικὲς φορὲς λέμε «αὐτὰ ποὺ μοῦ ἔκανε, δὲν θὰ τὸν συγχωρήσω», λέμε στὸν Θεό «συγχώρησέ μας Ἐσύ, ὅπως κι ἐμεῖς συγχωροῦμε τοὺς διπλανούς».
Δηλαδὴ τὸ ψωμί, ἡ τροφὴ εἶναι ἕνα μεγάλο θέμα. Τὸ περιλαμβάνει αὐτὸ τὸ «Πάτερ ἡμῶν». Ἕνα μεγάλο θέμα εἶναι οἱ ἁμαρτίες καὶ οἱ ἐνοχές. Οἱ ἁμαρτίες ποὺ κάνουμε ἐμεῖς στοὺς ἄλλους καὶ στὸν Θεὸ κι οἱ ἁμαρτίες ποὺ κάνουν οἱ ἄλλοι σὲ μᾶς. Καὶ λέμε λοιπόν «Θεέ, νὰ τακτοποιηθῆ κι αὐτὸ τὸ θέμα. Ἐσὺ θὰ συχωρᾶς ἐμᾶς κι ἐμεῖς θὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους». Ἦταν μία κι ἦρθε νὰ ἐξομολογηθῆ καὶ μοῦ λέει: «αὐτὸν δὲν τὸν συγχωράω οὔτε στὸν ἄλλο κόσμο». Τὴν εἶχε βάλει ἐκεῖ ὁ πειρασμός, ὁ σατανᾶς. Εὐτυχῶς ὅμως ἀργότερα ἄλλαξαν τὰ πράγματα καὶ λέει «θὰ τὸν πατήσω τὸν σατανᾶ». Καὶ λέει «τὸν ἄλλο».
«καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν. Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν». Λέει ὅτι, ἐπειδὴ δὲν βρισκόμαστε στὸν παράδεισο, ποὺ ἦταν ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα, οἱ πρωτόπλαστοι, ἐπειδὴ εἴμαστε σὲ μεταπτωτικὴ κατάστασι, δροῦν τὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ οἱ κακίες τῶν ἀνθρώπων καὶ ὑπάρχει περίπτωσι ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ νὰ πέσουμε σὲ πειρασμὸ καὶ σὲ δύσκολο πειρασμό. Πειρασμὸς δὲν εἶναι μόνο νὰ σὲ σπρώξη ἕνας νὰ κάνης καμμιὰ ἁμαρτία, ἀλλὰ νὰ μπλέξης μὲ ἱστορίες, ἄλλος νὰ μπλέξη μὲ δικαστήρια, ἄλλος νὰ μπλέξη μὲ νοσοκομεῖα καὶ μὲ ἐγχειρήσεις, ἄλλος νὰ μπλέξη μὲ κάποιους ποὺ θέλουν νὰ τοῦ πάρουν τὸ σπίτι. Λέει, μὴν ἐπιτρέψης τέτοιο μπλέξιμο, τέτοιες μεγάλες δυσκολίες καὶ ἱστορίες. «καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ». Καὶ τέλος μᾶς λέει δὲν ὑπάρχουν μόνο οἱ ἄνθρωποι, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ τοὺς συγχωροῦμε καὶ νὰ μᾶς συγχωροῦν, ἀλλὰ ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνας ἀόρατος παράγοντας ποὺ εἶναι ὁ πειρασμὸς δηλαδὴ ὁ πονηρός, ὁ σατανᾶς καὶ ἐπειδὴ εἶναι καὶ ποὺ κάνει πολλὲς πονηρίες καὶ πολλὰ τεχνάσματα, λέει «γλύτωσέ μας κι ἀπὸ τὸν πονηρό».
Ὁ Μέγας Ἀντώνιος εἶχε ὅλες τὶς παγίδες ποὺ κάνει ὁ σατανᾶς στοὺς ἀνθρώπους κι ἤτανε πάρα πολλὲς οἱ παγίδες κι ἤτανε δίχτυα ἁπλωμένα σ’ ὅλη τὴ γῆ καὶ λέει: «Θεέ μου, ποιός θὰ γλυτώση ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς πειρασμούς;» Καὶ λέει: «Γιὰ πρόσεξε καλύτερα». Καὶ ὅλ’ αὐτὰ τὰ δίχτυα τοῦ σατανᾶ ἦταν λίγο ψηλά, ὅποιος ἔσκυβε λιγάκι, γλύτωνε. Θέλει νὰ πῆ δηλαδὴ ὅτι ὅταν κανεὶς εἶναι ἐγωϊστὴς καὶ ἀλαζονικὸς καὶ νομίζει ὅτι τὰ ξέρει ὅλα καὶ δὲν ρωτᾶ κανέναν, αὐτὸς μπλέκει μὲ πειρασμοὺς καὶ μὲ ἁμαρτίες. Ὅποιος εἶναι λίγο ταπεινός, τὴ γλυτώνει.
Λοιπόν, ἡ Παναγία δώδεκα χρόνια μέσα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων ἔλεγε συνέχεια διάφορες προσευχὲς καὶ ἐμᾶς εἶπε ὁ Χριστὸς νὰ λέμε τὸ Πάτερ ἡμῶν. Τὸ ὁποῖο Πάτερ ἡμῶν, ὅπως εἴδαμε, ἀσχολεῖται πρῶτα μὲ τὸν Θεὸ καὶ λέει πῶς πρέπει νὰ εἴμαστε ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ νὰ κάνουμε τὸ θέλημά Του, μὲ τὸν διπλανό μας, πρέπει νὰ τὸν συγχωροῦμε τὸν διπλανό μας, μὲ τὶς καθημερινὲς ἀνάγκες κι ἐκεῖ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ μᾶς δώση τὸ ἀπαραίτητο, τὴν ἀπαραίτητη τροφή, καὶ μετὰ μᾶς λέει ὅτι ὑπάρχει κι ἕνας ἀόρατος παράγοντας, ὁ σατανᾶς καί «Θεέ μου, γλύτωσέ μας ἀπ’τὶς παγίδες τοῦ σατανᾶ».
Εἶχε πάει μιὰ κοπέλα μιὰ φορὰ σ’ ἕνα πάρτυ καὶ ἐκεῖ στὸ πάρτυ τὴν βλέπει ἕνας ποὺ ἦταν πολὺ ἐπικίνδυνος καὶ μετὰ ἔζησε μιὰ τραγωδία σ’ ὅλη της τὴ ζωή. Ὁ σατανᾶς ἔβαλε τὴ φίλη της νὰ τὴν παρασύρη νὰ πάη ἐκεῖ καὶ μετὰ ἔμπλεξε σὲ μιὰ ἱστορία καὶ μετὰ ἀναταράχτηκε καὶ καταδικάστηκε ὅλη ἡ οἰκογένεια.
Λοιπόν, αὐτὰ εἴχαμε νὰ ποῦμε σήμερα καὶ νὰ μιμηθοῦμε τὴν Παναγία, ὅπως αὐτὴ προσευχόταν συνέχεια, νὰ προσευχώμαστε κι ἐμεῖς καὶ νὰ λέμε τὸ Πάτερ ἡμῶν.