… κι ὅταν ἔρχεται ὁ Αὔγουστος, ἕνας μῆνας μὲ πολὺ φῶς, ἕνας μῆνας θὰ λέγαμε μὲ πολλοὺς καρπούς, μὲ πολλὰ φροῦτα, μὲ ἀφθονία, ἕνας πλούσιος μῆνας, ἔρχεται ἡ ἑορτὴ τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία καλύπτει σχεδὸν ὅλον τὸν Αὔγουστο. Δεκαπέντε μέρες στὴν ἀρχὴ καὶ μετὰ ἔχουμε τὰ ἐννιάμερα μέχρι τὶς εἰκοσιτρεῖς Αὐγούστου, αὐτὸς ὁ μῆνας εἶναι ἀφιερωμένος στὴν Παναγία. Ἔχει μιὰ ξεχωριστὴ χάρι, Θεομητορικὴ χάρι κι ἕνα γλυκὸ χρῶμα, ξεχωριστὸ χρῶμα, ὄπως γλυκὸ εἶναι καὶ τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας.

Κι ὅπως κι εἶναι ἄφθονη ἡ Παναγία σὲ ἀρετὲς καὶ σὲ ἱκεσίες καὶ σὲ θαυματουργίες – ὅπου ὑπάρχει πόνος καὶ καταφύγουμε στὴν Παναγία, ἀμέσως ἔρχεται τὸ ἔλεος, εἶναι πολὺ τὸ ἔλεος τῆς Παναγίας-ἔτσι ὅλα εἶναι πλούσια αὐτὸν τὸν μῆνα κι ὅλα εἶναι ἄφθονα.

Αὐτὸν τὸν μῆνα πρέπει κάτι ἰδιαίτερο νὰ κάνη κανεὶς ὅσον ἀφορᾶ τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας. Νὰ σκεφτώμαστε πιὸ πολὺ τὸν μῆνα αὐτὸ τὴν Παναγία ἀπ’ ὅ,τι τοὺς ἄλλους μῆνες, ἀφοῦ εἶναι δικός της μῆνας. Ὅταν σκέπτεται κανεὶς ἕνα ἅγιο πρόσωπο, ὅπως εἶναι ἡ Παναγία, ἁγιάζεται ἡ σκέψι του, ἁγιάζονται τὰ αἰσθήματά του καὶ ἁγιάζονται κι οἱ ἐπιθυμίες του καὶ βρίσκεται σὲ ἕνα ἀνώτερο ἐπίπεδο. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς ποὺ σκεφτόταν συνεχῶς τὴν Παναγία καὶ τῆς ἔγραφε ἐγκώμια καὶ ὕμνους – ἀπ’ τοὺς πιὸ ὡραίους ὕμνους ποὺ ψέλνουμε σήμερα εἶναι γραμμένοι ἀπ’ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνό – πολλὲς φορὲς λέει στὸν ὕπνο του ἔβλεπε σὲ ὄνειρο πάντα τὴν Παναγία.

Ἕνα ἄλλο. Νὰ προσευχώμαστε στὴν Παναγία, ἰδιαίτερα τὸν μῆνα τὸν Αὔγουστο. Νὰ λέμε τὴν παράκλησι τῆς Παναγίας, ὅπως τὴν λέγαμε καὶ μέσα στὴν ἐκκλησιαστικὴ σύναξι τὶς δεκαπέντε ἡμέρες, νὰ λέμε τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας μὲ κάτι ὡραιότατα λόγια – λέει ἕνα Χαῖρε: Χαῖρε δένδρον εὐσκιόφυλλον ὑφ’ οὗ σκέπονται πολλοί – δηλαδὴ εἶναι λιοπύρι, καίει, θέλουμε μιὰ σκιά, βρίσκουμε ἕνα δένδρο πλούσιο, μὲ πλούσια σκιὰ καὶ πολλοὶ καθόμαστε ἀπὸ κάτω καὶ δροσιζόμαστε. Ἐσὺ εἶσαι, λέει, τὸ δένδρον τὸ εὐσκιόφυλλον. Νὰ λέμε τὸ ἄλλο τὸ ὡραῖο τροπάριο τῆς Παναγίας, ποὺ τὸ ψέλνουμε πάρα πολλὲς φορὲς μέσα στὴν λειτουργία «Προστασία τῶν χριστιανῶν ἀκαταίσχυντε, μεσιτεία πρὸς τὸν Ποιητὴν ἀμετάθετε». Ἐπίσης νὰ λέμε ἐκεῖνο τὸ ἄλλο ποὺ συνήθως λέγεται τὴν Ὑπαπαντή, «Θεοτόκε ἡ ἐλπὶς  πάντων τῶν χριστιανῶν, σκέπε, φρούρει, φύλαττε τοὺς ἐλπίζοντας εἰς σέ».

Καὶ τὸ πιὸ σπουδαῖο ἀπ’ ὅλα εἶναι τὸ «Θεοτόκε Παρθένε». Γιὰ τὸν οὐράνιο Πατέρα ὑπάρχει τὸ «Πάτερ ἡμῶν», γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὑπάρχει τὸ «Βασιλεῦ οὐράνιε», γιὰ τὸν Χριστὸ ὑπάρχει τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καὶ γιὰ τὴν Παναγία ὑπάρχει τὸ «Θεοτόκε Παρθένε». Μέσα σ’ αὐτὸ ὑπάρχει ὁ Χαιρετισμὸς τοῦ Ἀρχαγγέλου «Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ». Ὑπάρχει ὁ χαιρετισμὸς τῆς ἁγίας Ἐλισάβετ, ὅταν ἦταν ἔγκυος στὸν Πρόδρομο: «Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου».

Ἰδιαίτερα λοιπὸν τὸν Αὔγουστο πρέπει νὰ προσευχώμαστε ἐπαναλαμβάνοντας συνεχῶς αὐτὲς τὶς Θεομητορικὲς προσευχές. Μποροῦμε νὰ κάνουμε καὶ κάτι ἄλλο τὸν Αὔγουστο. Ὅταν ἔχουμε ἕναν ἄρρωστο στὸ σπίτι, νὰ τὸν πᾶμε στὴν Ἐκκλησία, νὰ φωνάξουμε τὸν ἱερέα στὸ σπίτι καὶ νὰ διαβάσουμε ὅλα τὰ τροπάρια τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας. Ὅλα τὰ τροπάρια ποὺ ἔχει ὁ ἑσπερινός, ὁ ὄρθρος καὶ ἔχει καὶ τὸν κανόνα ποὺ ὑπάρχει στὸν ὄρθρο ποὺ τὸν ἔχει γράψει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς καὶ τὸν ἄλλον ποὺ τὸν ἔχει γράψει ὁ ἅγιος Ρωμανὸς ὁ Μελωδός. Κι ἀφοῦ ποῦμε ὅλα τὰ θεομητορικὰ τροπάρια τῆς Κοιμήσεως κι ἀφοῦ σταυρώση ὁ ἱερέας τὸν ἄρρωστο, μπορεῖ ἐκείνη τὴν ὥρα νὰ γίνη καλὰ καὶ νὰ τοῦ φύγη ἡ ἀρρώστια, ἔχουμε πολλὲς τέτοιες περιπτώσεις.

Κι ἐπίσης νὰ ἔχουμε κατὰ νοῦν αὐτὸν τὸν μῆνα ποὺ ὑπάρχει κάποια δυνατότης ἀδειῶν καὶ διακοπῶν, νὰ πᾶμε σὲ κάποιο ἀπ’ τὰ Θεομητορικὰ προσκυνήματα εἴτε νὰ πᾶμε στὴν Τῆνο, ποὺ εἶναι ἡ Μεγαλόχαρη, εἴτε νὰ πᾶμε στὴν Πάρο, ποὺ εἶναι ἡ Ἑκατονταπυλιανή, εἴτε νὰ πᾶμε στὴν Ἀμοργό, ποὺ εἶναι ἡ Χοζεβιώτισσα ἢ στὴν Ρόδο, ποὺ εἶναι ἡ Παναγία ἡ Τσαμπίκα. Εἶναι λίγο περίεργο αὐτὸ τὸ ὄνομα, κάνει τόσα πολλὰ θαύματα καὶ εἶναι τόσο πολὺ γνωστὴ στὴν Ρόδο, ὥστε πολλοὶ ἀντὶ νὰ ποῦνε ὅτι αὐτὸς εἶναι ἀπὸ τὴν Ρόδο, λένε  αὐτὸς εἶναι Τσαμπίκος. Τόσο πολὺ εἶναι θαυματουργὴ καὶ γνωστὴ ἡ Παναγία αὐτὴ στὴν Ρόδο. Ἐπίσης στὰ Καλάβρυτα στὴν Μεγαλοσπηλαιώτισσα, στὴ Λευκάδα εἶναι μία θαυματουργὴ Παναγία, ἡ Παναγία ἡ Φανερωμένη, πάνω στὴν Μακεδονία εἶναι ἡ γνωστὴ σὲ ὅλους Παναγία τοῦ Σουμελᾶ, ποὺ εἶναι τὸ παλλάδιο τῶν Ποντίων. Ἐπίσης πάνω στὸ Παγγαῖο εἶναι ἡ Παναγία ἡ Εἰκοσιφοίνισσα καὶ μάλιστα πάνω στὸν ναό της εἶναι ἕνα καταπληκτικὸ θαῦμα. Εἶναι ἕνα κυπαρισσάκι πάνω στὴν στέγη, τὸ ψήνει ὁ ἥλιος, δὲν ἔχει πουθενὰ νὰ δροσιστῆ καὶ μένει πάντα ζωντανί, ἕνα ἢ δύο κυπαρισσάκια. Καὶ πολλοὶ λένε «πᾶμε νὰ δοῦμε καὶ τὰ κυπαρισσάκια τῆς Παναγίας». Στὴν Σκιάθο εἶναι ἡ περίφημη Παναγία ἡ Κουνίστρα, γιὰ τὴν ὁποία γράφει κι ὁ Παπαδιαμάντης.

Ὅλη ἡ Ἑλλάδα εἶναι διάσπαρτη ἀπὸ θεομητορικὲς εἰκόνες καὶ ἀπὸ προσκυνήματα θαυματουργὰ κι ὄχι μόνο ἡ Ἑλλάδα, ὅλη ἡ Ὀρθοδοξία. Ἐπάνω στὴν Ρωσσία ὑπάρχουν κάτι θαυματουργικὲς εἰκόνες τῆς Παναγίας καταπληκτικές, μεταξύ τῶν ὁποίων μερικὲς τοὺς ἔσωσαν ἀπὸ ἐπιδρομεῖς, ὅπως ἡ Παναγία ἡ λεγόμενη τοῦ Καζάν, ποὺ τοὺς ἔσωσε ἀπὸ ἐπιδρομὴ Μογγόλων, ποὺ ὁ Λένιν ἀναγκάστηκε αὐτὴ τὴν εἰκόνα νὰ τὴν φυλάξη ἰδιαίτερα, τόσο πολὺ ἦταν συνδεδεμένη μὲ τὴν ἱστορία τοῦ ρωσσικοῦ λαοῦ.

Λοιπὸν τὸ συμπέρασμα καὶ ἡ προτροπὴ εἶναι ὅτι τὸν Αὔγουστο νὰ στραφοῦμε πρὸς τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας καὶ νὰ τὴν πλησιάσουμε ὅπως μποροῦμε, διότι ἡ Παναγία εἶναι ἡ μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν. Κι ὅταν καμμιὰ φορὰ ἔχουμε ἕνα πρόβλημα καὶ δὲν τολμοῦμε λόγῳ τῆς ἁμαρτίας μας νὰ κοιτάξουμε πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, κοιτᾶμε πρὸς τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας, διότι ἡ Παναγία ἀγαπάει τοὺς ἁμαρτωλούς, διότι γιὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἔγινε ἄνθρωπος ὁ Χριστὸς καὶ αὐτὴ ἀξιώθηκε νὰ γίνη Μητέρα τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὰ εἴχαμε νὰ ποῦμε κι ἄς προσπαθήσουμε ὅλοι νὰ ἀποκτήσουμε κάποια θεομητορικὴ χάρι κατὰ τὸν μῆνα αὐτὸν τῆς Παναγίας, τὸν μῆνα τὸν Αὔγουστο, γιὰ τὸν ὁποῖο λέει ὁ λαὸς καὶ μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε κι ἐμεῖς, ὄχι μόνο μὲ τὴν ἔννοια ὅτι εἶναι πολλὰ τὰ φροῦτα ἀλλὰ ὅτι εἶναι πολλὰ τὰ πνευματικὰ τὰ φροῦτα καὶ ἡ χάρι τῆς Παναγίας πλούσια, «Αὔγουστε καλέ μου μῆνα, νἄσουν δυὸ φορὲς τὸ χρόνο».

Leave a Reply